Ο φοβισμένος

Ο φοβισμένος με φοβίζει, γιατί εύκολα χρησιμοποιεί βία. Και επειδή είμαι δικαιολογημένος να τον φοβάμαι, μου επιτρέπεται να χρησιμοποιήσω βία εναντίον του. Αυτός το ξεκίνησε.

Και αργότερα, όταν οι γύρω μου καταλάβουν ότι είμαι πλέον κι εγώ ένας φοβισμένος βίαιος άνθρωπος, θα αρχίσουν να με φοβούνται με τη σειρά τους και θα θελήσουν να μου φερθούν με τον ίδιο τρόπο. Τότε το μόνο που θα μου έχει απομείνει, θα είναι να προσευχηθώ να έχει μείνει λίγη ανθρωπιά στον κόσμο.

Όχι δικαιοσύνη. Ανθρωπιά.

Hans Rosling

Ο Hans Rosling δυστυχώς μας άφησε χθες σε ηλικία 68 ετών. Οι ομιλίες του με άλλαξαν πολύ βαθιά ως άνθρωπο και βρίσκονται συνεχώς στο μυαλό μου από την πρώτη στιγμή που τον άκουσα να μιλάει. Άρα αντικειμενικά είναι ένας από τους σημαντικότερους ανθρώπους που με διαμόρφωσαν και μάλιστα με τον θετικότερο τρόπο. Στεναχωρήθηκα, καθώς επρόκειτο και για έναν εξαιρετικό ομιλητή, αλλά γνωρίζω ότι η δουλειά του και το μήνυμά του θα συνεχίσουν να εξαπλώνονται, χάρη στους ανθρώπους που άφησε πίσω του. Εδώ η τελευταία του ομιλία στο ted. Μπορείτε να χρησιμοποιήσετε υπότιτλους. Οι υπόλοιπες είναι επίσης εξαιρετικές. Μην τις παραμελήσετε, ιδιαίτερα αυτές που μιλάνε για τον παγκόσμιο πληθυσμό.

Ισλάμ και εξτρεμισμός

Επειδή είναι αρκετοί αυτοί που πιστεύουν ότι το Ισλάμ είναι το πρόβλημα, έχω να προτείνω ένα πείραμα:

Αρχικά βρίσκουμε τους παλαβούς Χριστιανούς. Ποιοι είναι αυτοί; Για παράδειγμα αυτοί που πηγαίνουν έξω από κηδείες ομοφυλόφιλων, εκεί που η μάνα κλαίει το παιδί της και φωνάζουν «να καεί στην κόλαση» και άλλα τέτοια όμορφα. Στη συνέχεια τους δίνουμε όπλα, εξοπλισμό και εκπαίδευση. Τέλος, μετράμε αντίστροφα για να δούμε πόσο καιρό θα τους πάρει να αρχίσουν να θερίζουν ζωές. Ειλικρινά πιστεύει κανείς ότι η συμπεριφορά τους θα είναι διαφορετική;

Αν θέλετε, το ίδιο πείραμα μπορούμε να το κάνουμε και με παλαβούς άθεους ή παλαβούς οποιουδήποτε είδους.

Όταν κάποιος που δεν είναι καλά στα μυαλά του, για παράδειγμα ένα παιδάκι που δεν έχει ακόμη αναπτυχθεί ο εγκέφαλός του, έρθει κατά πάνω μου με ένα όπλο και αρχίσει να πυροβολεί, η πρώτη μου ερώτηση είναι «ποιος σου έδωσε το όπλο». Μετά έρχεται και το γιατί.

Αν θέλετε πάλι να συζητήσουμε το πρόβλημα του πως θα γίνει να μην υπάρχουν ενήλικες παλαβοί που να μπορούν να τους χειραγωγήσουν, βεβαίως, μπορούμε να το κάνουμε κι αυτό, αλλά αυτό δεν σχετίζεται με καμία θρησκεία ή με άθεους ή με πολιτικές θέσεις, μιας και τέτοιους συναντάμε κυριολεκτικά παντού. Οι συνέπειες που βιώνουμε από κάποιους από αυτούς δεν σχετίζονται με την ύπαρξή των παλαβών, αλλά με ένα και μόνο πράγμα: ποιος τους χρησιμοποιεί, ποιος τους εξοπλίζει και γιατί; Ποιος τους δίνει την ευκαιρία να τα κάνουν όπως τα κάνουν;

Κάτι τελευταίο: αν κάποιοι έρθουν τώρα και μοιράσουν όπλα και εξοπλισμό στους Χρυσαυγίτες και αρχίσουν να κάνουν αυτά που φανταζόμαστε όλοι πως θα κάνουν, πώς θα αισθανθείτε όταν θα ακούτε τον υπόλοιπο κόσμο να λέει «τέρμα η ανοχή στους Έλληνες, επιτεθείτε τους τώρα;» Δίκαιο, έτσι;

Ο φόβος είναι ο χειρότερος σύμβουλός σου. Σε οδηγεί στο μίσος. Είναι η μέθοδος με την οποία παύεις να είσαι «καλός άνθρωπος» και γίνεσαι εκείνο που μέχρι τώρα δεν καταλάβαινες πως γίνεται να υπάρχει. Ξεπερνώντας το φόβο, έχεις την ελπίδα να παραμείνεις ηθικός. Το παραπάνω ισχύει για όλους μας, δεν το έγραψα για να το κολλήσουμε πάνω στους άλλους.

Δεν ξέρω / Δεν μπορώ

Τα παιδιά χρησιμοποιούν την έκφραση «δεν ξέρω να κολυμπάω». Οι ενήλικες λένε «δεν μπορώ να κολυμπήσω».

Αυτό συμβαίνει γιατί τα παιδιά δεν καταδιώκονται από το κοινωνικό ταμπού του «λάθους» και της «αποτυχίας» και είναι πιο πρόθυμα να εξερευνήσουν άγνωστες πτυχές των ικανοτήτων τους. Οι ενήλικες βρίσκουν καταφύγιο πίσω από το «δεν μπορώ».

Πρόσφατη έρευνα δείχνει ότι η ικανότητα ενός ανθρώπου να μάθει μια δεύτερη γλώσσα, δεν επηρεάζεται σημαντικά από την ηλικία, αλλά από το χρόνο που αφιερώνει στη διαδικασία και την προθυμία του να κάνει συνεχώς λάθη (χωρίς φυσικά να στρεσάρεται από αυτό).

Αν θέλετε, λοιπόν, να μάθετε κάτι καινούργιο, είτε αυτό είναι μια νέα γλώσσα, είτε ένα μουσικό όργανο, είτε κάποιος χορός, αυτό που σας λείπει δεν είναι οι δυνατότητες ενός παιδιού, αλλά η ψυχολογία ενός παιδιού.

Επίσης, πολύ καλή συμβουλή προς τους δασκάλους (εμου συμπεριλαμβανομένου) είναι να αφήνουμε τα παιδιά να χαίρονται τα λάθη τους. Θα βρούνε το δρόμο τους και θα βελτιωθούν. Ας μην τους στερήσουμε το καλύτερο τους πολεμοφόδιο για την ανάπτυξή τους.

Ορθολογισμός και εκπαίδευση

Προσέξτε κάτι: όταν τα παιδιά κάνουν παρέλαση, συχνά κάνουν την κουλαμάρα να πηγαίνουν ίδιο πόδι – ίδιο χέρι, πράγμα εντελώς αφύσικο και άβολο.

Γιατί το κάνουν; Επειδή προσπαθούν να εφαρμόσουν συνειδητά μια οδηγία, όχι να κάνουν κάτι εμπειρικά. Αυτό ακριβώς είναι το πρόβλημα της εκπαίδευσης που βασίζεται στην ορθολογική προσέγγιση «θα του εξηγήσω όλα όσα χρειάζεται να κάνει, και μετά θα τα κάνει».

Σκεφτείτε κάποιον που προσπαθεί να μάθει σε κάποιον να μιλάει, να αρθρώνει λόγο, με αυτόν τον τρόπο: «Λοιπόν, για να πεις το γράμμα πι, θα πρέπει να βάλεις τα χείλη σου μαζί και να τα πιέσεις ελαφρά. Προσοχή! Όχι πολύ! Πολλοί μαθητές κάνουν αυτό το λάθος και το πι ακούγεται πολύ βαρύ! Μετά σπρώχνεις με τον αέρα προς τα έξω, σαν να προσπαθείς να σπάσεις την ένωση ανάμεσα στα δύο χείλη. Η ένταση του αέρα να μην υπερβαίνει τα καθιερωμένα. Τώρα: ανάλογα με το φωνήεν που ακολουθεί, θα χρειαστεί να προετοιμάσεις το στόμα σου με διαφορετικό τρόπο. Αλλιώς θα πεις πα, αλλιώς που, αλλιώς πο, αλλιώς πε, οπότε θα πρέπει να έχεις από νωρίς στο μυαλό σου τι ακολουθεί.»

Και τώρα ας προσπαθούμε να φανταστούμε κάποιον που υπερασπίζεται αυτό το σύστημα «Ε, τι; Άμα δεν του τα πεις αυτά, πώς θα τα κάνει;»

Και θα απαντήσω εγώ: Άμα του τα πεις αυτά, πώς θα τα κάνει;

Το σχέδιό μου για να γίνω πλούσιος

Νομίζω έχω το κατάλληλο σχέδιο για να γίνω επιτέλους εκατομμυριούχος: κάθε μέρα θα αυτοσχεδιάζω για μια ώρα μελωδίες πάνω στις 4 συγχορδίες που χρησιμοποιούν όλοι οι τραγουδοποιοί (Am-F-C-G) και θα ανεβάζω το αποτέλεσμα στο youtube. Μέσα σε έναν χρόνο, λογικά θα έχω καλύψει τεράστιο μέρος από τις μελωδικές γραμμές που μπορούν να σχηματιστούν. Οπότε την επόμενη φορά που ένα σαχλό ποπ τραγούδι θα γίνει τεράστιο σουξέ και θα βγάλει εκατοντάδες εκατομμύρια, θα ψάξω να βρω μέσα στα αρχεία μου το σημείο εκείνο όπου έπαιξα κι εγώ μια παρόμοια μελωδία και θα τους κάνω μήνυση ότι μου έκλεψαν το πνευματικό μου παιδί που γέννησε η δημιουργική μου κούτρα (θα επιμείνω στο δικηγόρο να το διατυπώσει έτσι ακριβώς)!

Μόλις ένα εκατομμύριο θέλω για αποζημίωση, ψίχουλα δηλαδή σε σχέση με αυτά που θα βγάλουν. Όταν το φάω, θα ξανακάνω το ίδιο.

Τα όσα έμαθα με κάνουν να νιώθω σπουδαίος. Τα όσα δε γνωρίζω με κάνουν να νιώθω ταπεινός. Προφανώς η ζυγαριά γέρνει προς το δεύτερο και έτσι είναι το λογικό να συμβαίνει, διαφορετικά κάπου πρέπει να είσαι μπερδεμένος.

[Διήγημα] Το ταξίδι προς την Ανατολή

Δε θα πω ψέματα. Είναι υπέροχο να μπορείς να πετάς. Να απολαμβάνεις την αίσθηση του αέρα, την ταχύτητα, την ελευθερία… Όλα αυτά.

Εκείνη τη μέρα, όμως, ήθελα ακόμη περισσότερα. Είχα ακούσει τις ιστορίες και γνώριζα από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου πως πέρα μακριά, στις αχαρτογράφητες περιοχές αυτού του κόσμου, ζούσε το πλάσμα που στοίχειωνε τα όνειρα των συντρόφων μου. Και εγώ θα ήμουν αυτός που θα το πλησίαζε και θα το μελετούσε από κοντά.

Πολλοί είχαν επιχειρήσει κάτι παρόμοιο στο παρελθόν. Λίγοι επέστρεψαν. Μα δε δίστασα. Ήξερα ότι αν κρατούσα τη συγκέντρωσή μου, εγώ θα είχα το πλεονέκτημα. Τα φτερά μου δεν είχαν τίποτα να φοβηθούν απέναντι σε ένα πελώριο τέρας καταδικασμένο να σέρνεται στα χώματα.

Κι ύστερα, ήταν και οι θησαυροί που με περίμεναν εκεί. Τεράστιες ποσότητες, πλούτη και πολύτιμα αγαθά, αρκετά για να βοήθησουν όχι μόνο εμένα και την οικογένεια μου, αλλά και όλους όσους είχαν ανάγκη. Ήταν τόσα πολλά, που δεν είχα καν ιδέα αν θα μπορούσα να τα κουβαλήσω όλα αυτά! Βουνά ολόκληρα!

«Παππού, εσύ γνωρίζεις σίγουρα το δρόμο για την πελώρια σπηλιά με τους θησαυρούς. Όλοι έχουν να λένε για την περιπέτειά σου! Θα μου αποκαλύψεις το μυστικό;», ρώτησα με ελπίδα.

Ο παππούς μου με κοίταξε σκεπτικός.

«Χμ…»

Ξερόβηξε, κοίταξε πέρα μακριά και μου είπε αργά και ήρεμα:

«Είμαι απόλυτα βέβαιος πως ό,τι και να πω για να προσπαθήσω να σε μεταπείσω θα είναι χαμένος χρόνος. Το αίμα σου βράζει. Το πήρες από τον πατέρα σου… Ας είναι λοιπόν. Θα σου πω ότι γνωρίζω.»

Ήπιε μια γουλιά από το ποτό του, το «νέκταρ» του όπως το αποκαλούσε, και συνέχισε:

«Η σπηλιά δεν είναι πάντα ορατή. Αποκαλύπτεται μόνο σε κάποιες εκλεκτές νύχτες. Δυστυχώς δεν μπόρεσα ποτέ να προσδιορίσω πότε ακριβώς συμβαίνει αυτό. Αν όμως κοιτάξεις έξω από το παράθυρο του δωματίου μου προς την Ανατολή, τότε αργά ή γρήγορα κάποιο βράδυ, θα δεις ένα μακρινό φως. Ακολούθησέ το και αυτό θα σε οδηγήσει στο μέρος που λαχταράς.»

Σηκώθηκα αμίλητος. Έτρεμα ολόκληρος από ενθουσιασμό. Αυτό ήταν λοιπόν! Το ταξίδι που ονειρεύτηκα, σύντομα θα γινόταν πραγματικότητα!

Περίμενα υπομονετικά τα επόμενα βράδια στην κάμαρη του παππού μου, ενώ αυτός κοιμόταν δίπλα μου, κοιτάζοντας με λαχτάρα έξω από το παράθυρο. Μια νύχτα… Δυο νύχτες… Τρεις νύχτες… Τίποτα. Είχα αρχίσει να χάνω ένα μέρος του ενθουσιασμού μου, όταν ξαφνικά, κάποιο βράδυ, το είδα! Ολοκάθαρο και φωτεινό μπροστά μου, εκεί στην Ανατολή, ακριβώς όπως μου το υποσχέθηκε ο παππούς μου! Γύρισα και τον κοίταξα. Κοιμόταν. Μάζεψα το κουράγιο μου, γέμισα την καρδιά μου με αποφασιστικότητα και έκανα να φύγω. Τελευταία στιγμή, άκουσα πίσω μου έναν ψίθυρο. «Καλή τύχη…“, κι απογειώθηκα. Ίσως και να το φαντάστηκα…

Πετούσα μέσα στη νύχτα, αλλά δε φοβόμουν. Πάντα έβλεπα καλά στο σκοτάδι και η φαντασία μου ήταν σαν να μη γεννούσε πια εικόνες, αλλά καθαρή ενέργεια! Όσο πλησίαζα το φως, ένιωθα λες και έπαιρνα μπόι!

Στο τέλος, έφτασα στη σπηλιά. Πλησίασα… Και τότε τα είδα: ανάμεσα σε δύο γιγαντιαία αγάλματα, βρίσκονταν τα τεράστια βουνά με τους θησαυρούς! Ήταν αλήθεια εκεί! Μέχρι εκεί που έφτανε το μάτι σου λογιών και λογιών φαγητά! Σχεδόν έχασα τις αισθήσεις μου μπροστά σε τέτοια θέα. Ζαλισμένος προσπάθησα να έρθω πιο κοντά. Και ξαφνικά έπεσα πάνω σε ένα γιγαντιαίο αόρατο μαγικό πεδίο! Πανικοβλήθηκα! Άρχισα να πετάω με μανία πέρα δώθε. Μια σκέψη πέρασε από το μυαλό μου, ότι δε θα μπορέσω να τα δοκιμάσω και η οργή με πλημμύρισε. Άρχισα να χτυπάω με λύσσα το πεδίο, όλο και πιο δυνατά!

Μέχρι που εντελώς απρόσμενα… εξαφανίστηκε… απλά χάθηκε και αυτό ήταν όλο. Ο δρόμος ήταν ανοιχτός. Σκέφτηκα πως ίσως ήταν παγίδα, αλλά ούτε και αυτή η σκέψη με δείλιασε. Τολμηρά και ατρόμητα συνέχισα το δρόμο μου. Και όπως πλησίασα, κατάλαβα… Τα δύο αγάλματα δεν ήταν ακίνητα… Πολύ αργά το ένα από αυτά άπλωσε προς το μέρος μου το ένα από τα πέντε πλοκάμια του… Το τέρας! Και ήταν δύο από αυτά! Η ανάσα μου κόπηκε. Όρμησα να κρυφτώ στο μόνο μέρος που μπορούσα να σκεφτώ, σε ένα από τα βουνά με τις λιχουδιές. Και καθώς πετούσα μανιασμένα, παρατήρησα κάτι παράξενο: το τέρας κινούνταν πάρα πολύ αργά. Τόσο αργά μάλιστα που άρχισα να συνειδητοποιώ ότι δεν υπήρχε στην πραγματικότητα κανένας απολύτως κίνδυνος. Να γιατί τα πέρασα για αγάλματα! Είχα όλο το χρόνο στη διάθεσή μου να φτάσω μέχρι το βουνό, να προσγειωθώ, να απολαύσω όσες περισσότερες γεύσεις λαχταρούσα και αμέσως μετά να φύγω, όπως ακριβώς και έκανα. Ο ήχος από τα πλοκάμια που έσκασαν πίσω μου ήταν ανυπόφορος. Αλλά την είχα γλιτώσει. Και γνώριζα πλέον πως το τέρας δε θα ήταν απειλητικό, όσο εγώ συνέχιζα να κινούμαι.

Αμέσως το μυαλό μου πήγε στον παππού μου. Αχ, αυτός και οι ιστορίες του! Ήθελε απλά να καμαρώνει, τρομάρα του, και φούσκωνε τους κινδύνους στις διηγήσεις του. Το τέρας δεν ήταν τρομακτικό. Μπορούσα εύκολα ακόμη και να το πλησιάσω. Και αυτό ακριβώς έκανα. Περιγελώντας τον κίνδυνο, πέταξα μπροστά από τα μικροσκοπικά του μάτια τραγουδώντας «είσαι αργός και ακίνδυνος, τραλαλά, χαχαχα». Ωπ! Τα πλοκάμια πλησιάζουν. Ώρα να πάμε παραπέρα! Χαχαχα, τι ανίκανο τέρας!

Για τις επόμενες ώρες γυρνούσα από βουνό σε βουνό και χόρταινα την όρεξη μου. Τα τέρατα προσπαθούσαν να με λιώσουν ανά διαστήματα με τα πλοκάμια τους, αλλά φυσικά ήταν μάταιο. Στο τέλος κουράστηκα και αποφάσισα ότι ήρθε η ώρα να πάω στο σπίτι μου. Πλησίασα ένα από τα βουνά με τους θησαυρούς, δοκίμασα για μια τελευταία φορά από τους εκλεκτούς μεζέδες και επ… ωπ… ζαλίστηκα και παραπάτησα από το πολύ φαΐ. Είχα σκάσει. Κάθισα κατάχαμα για να σκεφτώ μια λύση για το πρόβλημά μου. Άρχισα να συλλογίζομαι την κατάσταση και ο νους μου πήγε στους δικούς μου. Και για λίγη ώρα, κουρασμένος όπως ήμουν, αφαιρέθηκα εντελώς. Όταν επανήλθα, είδα μια τεράστια σκιά στο πάτωμα. Κοίταξα ψηλά και είδα και τα πέντε πλοκάμια του τέρατος να βρίσκονται ακριβώς πάνω από το κεφάλι μου, κρύβοντάς μου το φως. Αμέσως κατάλαβα. Δεν υπήρχε χρόνος για να φύγω. Αυτό ήταν το τέλος. Ίσα που πρόλαβα και έκλεισα όλα μου τα μάτια. Και αυτό ήταν όλο…

«Α στο καλό παλιόμυγα! Μα δε καταλαβαίνω ρε γυναίκα! Εσύ αν είχες τέτοιο μέγεθος, θα τριγυρνούσες σε ένα μέρος με τεράστιους γίγαντες που προσπαθούν να σε σκοτώσουν;»

«Άσε μας μωρέ καημένε κι εσύ… Τι κάθεσαι και σκέφτεσαι…»

Τι από τα δύο συμβαίνει;

Συχνά ανασύρω παλιές μνήμες οι οποίες έρχονται σε απόλυτη αντιστοιχία με το ποιος είμαι τώρα. Και αναρωτιέμαι: οι εμπειρίες εκείνες ήταν που με διαμόρφωσαν ή μήπως πάντα ήμουν αυτός που είμαι και οι εμπειρίες αυτές ήταν απλά εκείνες που μου το φανέρωσαν για πρώτη φορά;

Μικρός διάβασα μερικά βιβλία της Αγκάθα Κρίστι και μερικά βιβλία με φανταστικούς κόσμους (Το Χρονικό της Νάρνια). Γενικά δεν διάβαζα πολύ. Δεν θα έλεγα ότι ήταν ακριβώς επιλογές μου. Απλά έπεσαν στα χέρια μου, μάλλον επειδή απλά υπήρχαν στο σπίτι μας.

Ακόμη και σήμερα έχω αδυναμία στα συγκεκριμένα είδη. Μια ταινία που με κούρασε, αλλά μου έδωσε ένα ανατρεπτικό, ενδιαφέρον φινάλε, θα μου αφήσει θετική εντύπωση. Καταλαβαίνω ξεκάθαρα ότι πρόκειται για προσωπικό μου θέμα. Αυτός είναι και ο λόγος που δεν θα πρότεινα σε τρίτους πολλά από αυτά τα έργα.

Το συναίσθημα εκείνο, όμως, που με αναταράζει πότε δημιουργήθηκε; Είναι ανάμνηση; Άλλωστε είναι συνηθισμένο φαινόμενο (ιδιαίτερα στην ακρόαση της μουσικής) να θαυμάζει κανείς ένα έργο, απλά και μόνο επειδή του θυμίζει κάτι που έχει ξαναζήσει ή έχει συνδυάσει κάτι αντίστοιχο με μια όμορφη περίοδο της ζωής του. Για παράδειγμα ένα τραγούδι μπορεί να σου θυμίζει ένα παλιότερο τραγούδι (είτε μελωδικά, είτε ενορχηστρωτικά, είτε απλά το ύφος του), το οποίο άκουγες μέσα σε μια ευχάριστη συνθήκη. Στις διακοπές, με φίλους ή και κάτι πολύ πιο συγκεκριμένο.

Δεν νομίζω ότι μπορεί να οριστεί τελικά τι είναι αυτό που γεννάει το άλλο. Παμπάλαιο φιλοσοφικό ερώτημα άλλωστε, το αν ο άνθρωπος γεννιέται λευκό χαρτί («tabula rasa») ή έχει πάνω του σημάδια που το ορίζουν και προσδιορίζουν. Ίσως πρόκειται για εκείνο το διττό μέρος της φύσης που φαίνεται να μας διαφεύγει, όπου ένα πράγμα ορίζεται ταυτόχρονα με δύο ορισμούς που φαίνονται αντίθετοι ο ένας από τον άλλον, αλλά ίσως τελικά συνυπάρχουν σε μια σφαίρα αντίληψης έξω από τα ανθρώπινα όρια.